вербовщик - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

вербовщик - translation to πορτογαλικά

Вербовщики; Вербовщики (военные); Рекрутер; Вербовщик
  • Фридрихе II]].
  • Томаса Роулендсона]]
  • Англии]]. Ознакомление с условиями поступления на службу.
  • ''Вербовка'' в Англии. Присяга.

agente de recrutamento      
вербовщик
вербовщик      
recrutador (m), agente de recrutamento ; contratador (m)
engajador m      
вербовщик

Ορισμός

ВЕРБОВЩИК
человек, который занимается вербовкой.

Βικιπαίδεια

Вербовка (вооружённые силы)

Вербо́вка (от нем. werben) — система комплектования армии и флота посредством вольного найма охотников в солдаты и матросы, на определённый срок службы.

Вербовка практиковалась повсюду до наполеоновских войн, на начало XX столетия вербовка сохранилась в Англии, США и отчасти ещё в Нидерландах, Бельгии и Швеции.